More

Τόπος – Ιστορία Ερμιονίδας

Τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης ζωής στην Ερμιονίδα εντοπίζονται στο σπήλαιο Φράγχθι, στη βόρεια ακτή του κόλπου της Κοιλάδας Ερμιονίδας στην Πελοπόννησο, που είναι μία από τις σπουδαιότερες προϊστορικές θέσεις του Ελληνικού χώρου κι ένα από τα σημαντικότερα σπήλαια της Ευρώπης. Υπάρχουν ενδείξεις ότι το σπήλαιο κατοικούνταν συνεχώς από το 20.000 μέχρι το 3.000 π.Χ. οπόταν και γκρεμίστηκε. Στο τέλος αυτής της εποχής κάνει την εμφάνισή του και ο οψιανός (οψιδιανός) που φαίνεται ότι οι Φραγχθιώτες έφτασαν με τα πλεούμενά τους ως στη Μήλο για να τον προμηθευτούν.

To ναυάγιο του Δοκού (ο Δοκός είναι το νησάκι απέναντι από την Ερμιόνη) είναι το πρώτο ναυάγιο (1989-1992), που ερευνήθηκε στην Ελλάδα με σχετικά σύγχρονες τεχνολογικές μεθόδους, χρονολογείται γύρω στο 2.200 π.Χ. και τα κεραμικά και τ’ άλλα αντικείμενα που ανελκύστηκαν από βάθος 20 μέτρων αποτελούσαν το εμπόρευμα του πλοίου.

Απέναντι σχεδόν από το Πόρτο Χέλι βρίσκεται ο αρχαίος οικισμός που είναι σε ένα μέρος του καταποντισμένος στη θάλασσα και χρονολογείται από την Πρωτοελλαδική περίοδο (3000 –1800 π.Χ.).

Κατά την Μυκηναϊκή Εποχή τα κράτη της Ερμιονίδας παίρνουν μέρος στην εκστρατεία κατά της Τροίας, ενώ κατά την Αρχαϊκή-Κλασσική εποχή παίρνουν μέρος σε ναυμαχίες. Περνούν είκοσι αιώνες χωρίς ιδιαίτερα σημάδια σημαντικής δραστηριότητας και με αφορμή τον πόλεμο Ενετών-Τούρκων (1463-1479) τον 16ο αιώνα εγκαθίστανται στην Ερμιονίδα και στα απέναντι νησιά Ύδρα, Σπέτσες, Αρβανίτες και άλλοι Έλληνες. Το 1685 οι Ενετοί με τον Ναύαρχο Μοροζίνι καταλαμβάνουν την Ερμιονίδα, οπόταν και δέχεται κατοίκους στους οποίους μοιράζουν χρήματα για να καλλιεργηθούν ελιές, το λάδι των οποίων το χρησιμοποιούν για τις ανάγκες της Γαληνοτάτης.

Κατά τον Ενετοτουρκικό πόλεμο του 1645 ο Τουρκικός στόλος υφίσταται απώλειες και ο Καπουδάν πασάς ζητά πλοία, υλικά, ναυπηγούς και άνδρες, και γι’ αυτό δίνει μεγάλα προνόμια διοικητικά, αλλά και οικονομικά κίνητρα. Από την Ενετοκρατούμενη Κρήτη φεύγουν πολλοί τεχνίτες για τα οθωμανικά ναυπηγεία, αλλά αρκετοί καταφτάνουν στα ναυπηγεία της Ερμιόνης, των Σπετσών και της Ύδρας (κυρίως). Πολλά πλοία των Σπετσών και της Ύδρας που υπηρετούν τις ανάγκες του εμπορικού στόλου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ναυπηγούνται στις ακτές της Ερμιονίδας (Πορτοχέλι, Κρανίδι) όπου υπήρχε άφθονη ξυλεία. Με τη λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου και τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) τα ελληνικά πλοία ταξιδεύουν ελεύθερα και με τις δυο σημαίες (οθωμανική – Ρωσική), ενώ μετά τη γαλλική επανάσταση σπάνε τους ναυτικούς αποκλεισμούς και οι πλοιοκτήτες αποκτούν τεράστιες περιουσίες. Μετά την οριστική ήττα του Ναπολέοντα, το εμπόριο αναλαμβάνουν οι εμπορικοί στόλοι της Ευρώπης και οι δραστηριότητες των ελληνικών πλοίων περιορίζονται, αλλά το πλεόνασμα των πλοίων και πληρωμάτων θα διατεθεί για τις ανάγκες της Ελληνικής Επανάστασης.

Μετά την Ανεξαρτησία μειώνεται η ναυτιλία στην περιοχή, λόγω απωλειών πολέμου και απώλειας αγορών, αλλά και γιατί τα πλοία δεν μπορούν να ταξιδεύουν με τον πειρατικό και τυχοδιωκτικό τρόπο που κινούνταν πριν. Από το 1828 αρχίζει να ανεβαίνει η εμπορική ναυτιλία του Κρανιδίου, φτάνει τη μεγάλη της ακμή από το 1840 έως το 1880 -την εποχή της ακμής της ιστιοφόρου ναυτιλίας στη Ελλάδα-, όπου συναγωνίζεται τη ναυτιλία των νησιών Ύδρας και Σπετσών. Στο Κρανίδι ταυτόχρονα με την οικονομική ευρωστία της πόλης, παρατηρείται άνθηση και έξαρση της ανοικοδόμησης. Τα σπίτια των καραβοκύρηδων τα λεγόμενα “Καπεταναίικα”, κατασκευασμένα με καλύτερα υλικά και πελεκητή πέτρα, είναι πιο τετραγωνισμένα και με μεγαλύτερες επιφάνειες, με κορνίζες γύρω από τα παράθυρα και τις πόρτες, ακροκέραμα νεοκλασικού τύπου και περίτεχνα μπαλκόνια. Όταν μετά από το 1890 η ιστιοφόρος ναυτιλία άρχισε να παρακμάζει λόγω του συναγωνισμού με τα ατμόπλοια οι ναυτικοί ασχολήθηκαν με την σπογγαλιεία και την αλιεία, ενώ οι λιγότεροι στράφηκαν στη γεωργία και την κτηνοτροφία.

Μετά την Ανεξαρτησία, το νέο ελληνικό κράτος ενθαρρύνει την ελαιοκαλλιέργεια. Τα οθωμανικά κτήματα γίνονται εθνικά και πολλά εξ αυτών παραχωρούνται υπό τον όρο να καλλιεργηθούν από τους ακτήμονες, ενώ από το 1861 δίνονται επιπλέον κίνητρα. Από τις αρχές του 20ού αιώνα, οι ελαιώνες επεκτείνονται σε λόφους και βουνοπλαγιές, ενώ στα δύσκολα χρόνια της Γερμανικής κατοχής το ελαιόλαδο της Ερμιονίδας αποδείχτηκε όχι μόνο πολύτιμο για την τροφή, αλλά ήταν και η μόνη σίγουρη αξία, και έπαιρνε θέση νομίσματος. Από το 1970 και μετά δημιουργούνται σύγχρονοι ποτιστικοί πυκνοφυτεμένοι ελαιώνες, και γίνεται πλέον και ορθή τυποποίηση του ελαιόλαδου, ενώ από το τέλος του 20ού αιώνα, αναπτύσσεται ιδιαιτέρως και η καλλιέργεια της ροδιάς.

Μετά τη διεθνή προβολή Ύδρας από τις ταινίες που γυρίστηκαν εκεί (Το παιδί και το δελφίνι, Φαίδρα, Η κοπέλα με τα μαύρα) στα τέλη της δεκαετίας του 1950, τα νησιά των Σπετσών και της Ύδρας αποκτούν μεγάλη φήμη, εφοπλιστές αγοράζουν μικρά νησιά, (όπως ο Λιβανός που αγόρασε το νησάκι απέναντι από το χωριό της Κοιλάδος και ο εφοπλιστής Νιάρχος που αγόρασε τη Σπετσοπούλα), οι περιοχές Πόρτο-Χέλι, Κόστα, Άγιος Αιμιλιανός, Χινίτσα, Ερμιόνη, χρόνο με τον χρόνο γίνονται περιζήτητες, και ως τα τέλη του 20ού αιώνα, σ’ ολόκληρη την ακτογραμμή αποκτούν κατοικία εκπρόσωποι του Ελληνικού και ξένου jet-set.

Με την ανάπτυξη του πρώτου τουριστικού κύματος στην δεκαετία του ΄60 -΄70 λειτουργούσε ιδιωτικό αεροδρομίου όπου η Ολυμπιακή εκτελούσε δρομολόγια και την ίδια περίπου εποχή χτίστηκαν με ισχυρά οικονομικά κίνητρα μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα, όπως και το συγκρότημα του Πόρτο-Ύδρα απέναντι από το νησί της Ύδρας.

Σήμερα η Ερμιονίδα, η ευρύτερη περιοχή του Πόρτο Χελίου και της Ερμιονίδας θεωρείται η “Πελοποννησιακή Ριβιέρα” και όχι αδίκως, καθώς δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από άλλες διεθνείς κοσμοπολίτικες τουριστικές ακτές. Εκεί την τελευταία εικοσαετία δημιουργήθηκαν και δημιουργούνται από τα πλέον πολυτελή ξενοδοχεία της Ελλάδας. Παράλληλα με την τουριστική και την παραθεριστική ανάπτυξη, ο αγροδιατροφικός τομέας διατηρείται ακμαίος χάρη στις καλλιέργειες της ελιάς, της ροδιάς και λιγότερο των εσπεριδοειδών και των λαχανικών ενώ στα ναυπηγεία της Κοιλάδας – το επίνειο του Κρανιδίου – φτιάχνονται τα τελευταία ξύλινα σκάφη, δείγματα μιας μακραίωνης ναυπηγικής παράδοσης.

ΤΟΠΟΣ & ΙΣΤΟΡΙΑ - ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

ΤΑΒΕΡΝΕΣ - ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΑ - ΚΑΦΕΝΕΙΑ

ΠΡΟΪΟΝΤΑ - ΕΔΕΣΜΑΤΑ

ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ - ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΑ

ΔΙΑΜΟΝΗ - ΑΓΟΡΕΣ - ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ - ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ