Παπαδιαμάντης, ο υμνητής της αγίας καθημερινότητας.

Apr 05 2020

Παπαδιαμάντης, ο υμνητής της αγίας καθημερινότητας.

“Η μεγάλη τέχνη βρίσκεται οπουδήποτε ο άνθρωπος  κατορθώνει να αναγνωρίζει τον εαυτόν του και να τον εκφράζει με πληρότητα μες το ελάχιστο” σημειώνει ο Οδυσσέας Ελύτης στον επίλογο ενός άρθρου του, στο Εν Λευκώ με θέμα την Μαγεία του Παπαδιαμάντη.

Και λίγο πιο πάνω γράφει ο ποιητής: “Μιά μέρα το παρελθόν θα μας αιφνιδιάσει με την δύναμη της επικαιρότητάς του. Δεν θα ‘χει αλλάξει εκείνο αλλά το μυαλό μας»

Η αγία καθημερινότητα στα διηγήματα του κοσμοκαλόγερου της Σκιάθου, αποτελεί ένα συστατικό της περιγραφής του γενέθλιου τόπου του, των τριών χιλιάδων ψυχών και των εξήντα τετραγωνικών χιλιομέτρων που απέκτησε τη σημασία μιάς ολόκληρης ηπείρου.

Οι ταπεινοί του πρωταγωνιστές, αγρότες της Σκιάθου στα τέλη της δεκαετίας του 19ου αιώνα,  δρουν ανάμεσα στα βουνά και τα λαγκάδια, τα αμπέλια και τους ελαιώνες, τα περιβόλια και τις ρεματιές και ζουν μια ήσυχη ζωή χωρίς υλικά αγαθά, κι όπου ο ανθρώπινος χρόνος και χώρος ήταν τόσο άδειος που όπως λέει ο ποιητής το «θαύμα  χωρούσε  καλύτερα».

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911) του οποίου τα διηγήματα και τα μυθιστορήματα εκδόθηκαν σε βιβλία μετά τον θάνατό του και για τον οποίο ο Μίλαν Κούντερα έγραψε πως είναι ο σημαντικότερος Έλληνας πεζογράφος, «δανείστηκε» το φυσικό περιβάλλον του νησιού του, ανέσυρε από τη μνήμη του τα παιδικά του χρόνια και ψυχογραφώντας τη ζωή των απλών, ταλαιπωρημένων ανθρώπων, κατάφερε να γίνει ο μείζων πρεσβευτής της ζωής του τόπου του, χρησιμοποιώντας ένα μείγμα την καθαρεύουσας γλώσσας, δημοτικής και Σκιαθίτικης ντοπιολαλιάς, δημιουργώντας έτσι παράλληλα με τον “κόσμο του Παπαδιαμάντη” και  την “γλώσσα του Παπαδιαμάντη”.

Και σ’ αυτή ζωή ο παραγωγικός κύκλος της διατροφής είναι παρών σ’ όλες του τις εκφάνσεις. Τοπία, τρόποι παραγωγής, ψαρέματος, συλλογή χόρτων, αγαπητοί μεζέδες και προσφιλή εδέσματα, αλλά και τα γλέντια και τα κεράσματα στα καφενεία περιγράφονται στα διηγήματά του και  συμπληρώνουν τον μαγικό κόσμο του συγγραφέα, στέλνοντάς μας επίκαιρα μηνύματα της σημασίας μιας ζωής,  μέσα στην λιτότητα και την  απλότητα.

Αξίζει να διαβάσουμε κάποια ενδεικτικά αποσπάσματα:

τυροκόμιση

“…Είτα, αφού ενέβαλε το πολύ γάλα εις μέγαν λέβητα και έρριψεν άφθονον άλας εντός, εξ εκείνου το οποίον μόνος του εμάζευεν από ακρογιαλιά εις ακρογιαλιά, τρέχων επάνω εις βράχους, όπου έβγαζε κοχύλια  και πεταλίδας, ο αιπόλος ήναψε πύρ και ασχολείτο να το βράση, καθότι επρόβλεπεν  ότι θα ευρίσκετο εις την ανάγκην να γευματίση ο ίδιος με γάλα, πράγμα δυσάρεστον, εάν, ως ήτο λίαν πιθανόν ο κολλήγας του ολιγώρει να του στείλει “κανένα αλμυρό ψάρι”…και  να ήτο τουλάχιστον αρκετόν το γάλα, δια να πήξη τον τύρον ή μυζήθραν, υπομομή. Αλλ’ οργή Θεού είχε πέσει το έτος εκείνο εις τα βοσκήματα. Τα πράμματα τα μισά τού είχαν ψοφήσει, ολίγες μόνον γαλάρες του έμειναν, όλο και στέρφες. Δεν έκαμεν ο Θεός καλόν καιρό να βγάλει χορταράκι, να βοσκήσουν τα πράμματα. Τι να σου κάνουν τα καϋμένα τα πράγματα…”  Φτωχός άγιος

 

άγρια χόρτα

«…Τα συγγενολόγια και τα φουσάτα των γυναικών, με τα καλαθάκια και τα μαχαιράκια τους, διεσπάρησαν ανά τους λόφους, κι έβγαζαν καυκαλήθρες και μυρώνια, κι έκοφταν φτέρες κι αγριομάραθα…» Τ΄αγνάντεμα

 

τοπία και ιστορίες

«…Ο δρόμος ούτος αφού διήρχετο δια πολλών τοποθεσιών, ων εκάστη είχε την ιστορία της και τας περί φαντασμάτων και νεράιδων παραδόσεις της, έφθανεν εις μέρος αρκούντος υψηλόν, αποτελούν ζυγόν μεταξύ δυό κορυφών της νήσου. Η θέσις αύτη ωνομάζετο Σταυρός…» Φτωχός άγιος

«…΄φθασαν εις την Κεχρεάν, την ωραίαν μελαγχολικήν κοιλάδα, με τας ελαιοφύτους κλιτύς, με τον Αριδιάν, τον πυκνόν δρυμώναν της, με το ρεύμα και τας πλατάνους και τους νερομύλους της…» Στο Χριστό στο Κάστρο.

σερβίρισμα σε καφενείο

«…Το παιδί, ο δεκαπεντούτης Χρήστος, ανεψιός του εξ αδελφής, δεν επρόφθανε να γεμίζει φιάλας εκ του βαρελίου, να κακοζυγίζει βούτυρον εκ του πίθου, να κενώνει μέλι εκ του ασκού, με την ποδιάν υψηλά εις το στήθος περιδεμένην, κ’ εξελαρυγγίζετο να φωνάζει «αμέσως!» εις οκτώ διαφορετικούς τόνους και ύψη, λέξιν την οποίαν με τον καιρόν είχε κατορθώσει να κολοβώση εις «αμές!» είτα να συντάμη εις «’μες!» και τέλος ν’ απλοποιήσηεις «ές!»…” Ο Αμερικάνος

 

κεράσματα

«…έκαναν όλοι με την σειράν τα μουσαφιριλίκια, είτα ο καπτάν Γιάννης, ηθέλησε και αυτός να τους κάμη τα σαλαμετλίκια. Είτα εις έκαστος των φίλων επροθυμήθη να κάμη κ’ εκ δευτέρου τα μουσαφιριλίκια, και πάλιν ο καπετάν Ιμβριώτης εξανάκαμε τα σαλαμετλίκια…»  Ο Αμερικάνος

 

γεύμα στον χιονιά

«…Ο παπάς Φραγκούλης διέταξε να τεθώσιν εις σάκκους αι προσφοραί όσας είχε, και τινά δίπυρα, και εις δύο μεγάλα κλειδοπινάκια έθεσεν ελαίας και χαβιάρι. Εγέμισε δύο επταοκάδους φλάσκας με οίνον από την εσοδειάν του. Ετύλιξεν  εις χαρτία δύο ή τρία ξηροχτάποδα, και μικρόν κυτίον το εγέμισεν με ισχάδας και μεγαλόρραγας σταφίδας….έβρασαν όσα αυγά είχαν έως τέσσαρας δωδεκάδας, και τα έθεσαν εις τον πάτον  ενός καλαθιού… είχε παρακαλέσει να του στείλουν κρέας σαλάδο, εξ εκείνου το οποίον μαγειρεύουν εις τα πλοία τα εκτελούντα μακρούς πλούς…οι αιπόλοι εφιλοτιμήθησαν να σφάξωσι και ψήσωσι δύο τρυφερά ερίφια, ενώ οι δυό υλοτόμοι είχαν φέρει από το βουνόν πολλάς δωδεκάδας κοσσύφια αλατισμένα…ο καπετάν Κωνσταντής ανεβίβασεν από το γολέτι δυό ασκούς γενναίου οίνου και εν καλάθιον με αυγά και κασκαβάλι Αίνου, και ημισείαν δωδεκάδα όρνιθας και μικρόν βυτίον με σκόμβρια… » Στο Χριστό στο Κάστρο

κοκορέτσι και αρνί της σούβλας

«…και αφού εδροσίσθησαν υπό την εξαίσιον φυλλάδα των μεγαλοπρεπών πλατάνων, κ’ επιον ύδωρ εκ της αμφιλαφούς κρήνης, της προχεούσης εις όλην την μαγευτικήν κοιλάδα τα διαυγή της νάματα, οι μεν άλλοι εστρώθηκαν υπό τας πλατάνους, και παρηκολούθουν με βλέμμα θωπευτικόν το ολονέν ροδίζον αρνί εις την σούβλαν, περιμένοντας όσον ούπω ν’ απολαύσωσιν ως προφταστήρα το ορεκτικόν κοκορέτσι…αλλ’ οι τρεις αρχαιολόγοι και ο δημοδιδάσκαλος είχαν φάγει το κοκορέτσι, και είχαν πίει ανά δύο μαστίχας, και ήδη μετέβησαν εις το σπλινάντερον…αλλ’ ο Δημήτρης ο Μιχογιάννης δεν ήξευρε μόνον να ψήνη εις την σούβλαν και να λιανίζει το σφακτό, ήξευρε να διηγείται και χρονικά τινά εκ του βίου των ποιμένων και των αιπόλων, κατά το Πρυΐ, όπου εγγύς είχεν ανατραφεί και αυτός…”  Στην Αγι-Αναστασία.

 

φασολάδα

«…και δια του βλέμματος θωπεύοντα την μεγάλην χύτραν με τα καλομαγειρευμένα με ικανόν ευώδες έλαιον φασόλια, και αφθονον κοκκίνην πιπεριάν, την οποίαν, με το εξασκημένον βλέμματου, είχεν ανακαλύψει ήδη…»  Ολόγυρα στη λίμνη.

 

γιουβέτσι

«…Είτα ευθύς έβγαινεν από την επάνω πόρταν του μαγαζιού την προς τον μαχαλάν, διήρχετο τον λιθόστρωτον δρομίσκον κ’ έφτανεν εις τον φούρνον του μπάμπα-Μάρκου του Βούργαρη. Εκεί είχε βαλμένον παντοτε το τακτικόν του γιουβέτσι της ημέρας, το οποίον ήτο έτοιμον περί τας δώδεκα της μεσημβρίας…”  Ο κακόμης

 

χταπόδια και θαλασσινά

‘”…έβλεπες έξαφνα  να κύπτη να συλλαμβάνη με την παλάμην μικρόν οκταπόδιον, να το δαγάνη εις το λαιμόν, ν’ αγωνίζεται ν’ αποσπάση από τον καρπόν του τους μυζητήρας, να τρέχει εις την άμμον και να το κοπανίζει γενναίως…Φιλότιμον παιδίον! Έτρεχε δι’ όλης της ημέρας από γιαλόν είς γιαλόν, έβγαζε γρινιάτσες, πορφύρες και πεταλίδες διά δύο,  καβούρια δια τρεις, οκταπόδια δια τέσσερες. Και μέρος μεν αυτών έκαμνε δολώματα δια να ψαρεύει με την καλαμιάν από το δειλινόν ως το βράδυ, μέρος δε εμοιράζετο φιλαδέφως…” Ολόγυρα στη Λίμνη

το χωράφι του γεωργού

«…Το χωράφι  ήτον του γεωργού μόνον εις τας ημέρας που ήρχετο να οργώσει ή να σπείρει, κ’ έκαμνε τρις το σημείον του Σταυρού, κ’ έλεγεν: Εις το όνομα το Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, σπέρνω αυτό το χωράφι, για  να φάνε όλ’ οι ξένοι κ’οι διαβάτες, και τα πετεινά τ’ ουρανού, και να πάρω κ’ εγώ τον κόπο μου»

 

τα γίδια στην θάλασσα

“…είχα κατεβάσει τα γίδια μου δια ν’ αρμυρίσουν εις την θάλασσαν, όπως συχνά εσυνήθιζα,είδα την ακρογιαλιάν μεγάλη χαρά και μαγεία,και την ελιμπίστηκα, κ’ ελαχτάρησα να πέσω να κολυμβήσω. Άφησα εκεί τα γίδια μου δια να βοσκήσουν εις τα κρίταμα και τας αρμυρήθρας, αν και δεν επεινούσαν πλέον…” Όνειρο στο κύμα

 

πεζόβολος

“…Γυμνόπους καθώς ήτον όλην την ζωήν του, πότε να φυτεύη και να σκαλίζη, ή να ποτίζη και να κατευθύνη το νερό εις τ’ αυλάκια του περιβολιού, πότε να τρέχη όλους τους γιαλούς, από αμμουδιάν εις αμμουδιάνκαι από αγκάλην θαλάσσηςεις αγκάλην με το πεζοβολον επι του ώμου του δεξιού, με τον τορβάν υπό την αριστεράν μασχάλη…Είτα εθαλάσσωνεν έως το γόνα, έδραχνεν ήρεμα τον πεζόβολον από την κορυφήν, τον ανέωαζε, τα βρόχια με τας μολυβήθρας έπιπτον κάθετατον έσυρεν έξωκαι τον ετίναζε επί της άμμου, τρία βήματα από το κύμα…Εκεί ήναπτε φωτιάν, και έρριπτεν ολίγον άλας τα έψηνε και τα παιδάριά του τα μικρά τα ήρπαζον μισοψημένα από την ανθρακιάν είτα ο πατήρ τους τα εμοίραζεν, έδιδεν κ’ εις την έγκυον γυναίκα του, έτρψγε και αυτός, προσέφερε και εις παρατυχόντας πελάτας ή επισκέπτας του περιβολίου…”  Με τον πεζόβολον

Σκιάθος - η αυθεντική πλευρά του νησιού των Σποράδων - Greek Gastronomy Guide

το γλέντι

“…Όλος ο κόσμος ηναγκάζετο να συνεορτάζη και να συγχορεύη μαζί με τον νέον συμπαθή μερακλήν. Των καπηλειών και λοιπών μαγαζείων η κατανάλωσις ηύξανεν εις το διπλάσιον, βιολιτζήδες, λαουτιέρηδες δεν ευκαιρούσαν, δεν ανέπνεαν επί δύο μήνας. Συνήθως το έκανε εβδομαδιάτικο. Εμίσθωνε δυό ζυγιές βιολιά, λαγούτα, μπουζούκια, κλαρινέτα, φλαούτα, κ’εξενυχτούσεν…” Έρμη στα ξένα

 

καφενείον, κουρείον και βιολιτζίδικον

“…Ήτο ποτε μαγαζείον, και είχεν ιδεί ημέρας ευκλείας το κατώγειον εκείνο της χήρας. Έφερε συγχρόνως τρεις τίτλους, ήτο καφενείον, κουρείον, και βιολιτζίδικον…” Ο πανδρολόγος

 

ξόδευση του κρασιού

“…Πολύ συχνά συνέβαινε να είναι γυναίκα η πωλήτρια, και κάποτε μάλιστα να είναι καμμιά νεαρά χείρα που να γυαλίζει, τότε η εξόδευσις του κρασιού εγίνετο ταχύτερα, και η συρροή των οινοποτών, μάλιστα κατά τας Κυριακάς και εορτάς, πολύ μεγαλυτέρα εις το κατώγι ή έξωθεντης θύρας. Οι θαμώνες εκάθηντο επί πενιχρών σκαμνίων ή επί πεζούλας εκ λίθων, κ’ εκουτσόπιναν και ελιανοτραγουδούσαν…”  Ο κακόμης.

Και επίλογος με το“ Αξιον Εστί” : “ Όπου και να σας βρίσκει το κακό, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό, μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη”

<